Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

της ομίχλης



Έμοιαζε με στρατό αερικών που κατέβαινε πομπή το βουνό - ένα νέφος τόσο πηχτό που μπορούσες σχεδόν να το αγγίξεις. Η ομίχλη αυτή έπνιγε την πόλη σε μια κολλώδη σιωπή. Κλεινόμασταν μοιρολατρικά στα σπίτια μας και απρόσωποι οι ψίθυροι μας αναπηδούσαν στους ιδρωμένους τοίχους μας, περιμένοντας να ακούσουμε το μακρινό τραγούδισμα της βροχής. Και τότε, η ομίχλη έφευγε ξαφνικά, αθόρυβα και απαλά, όπως είχε έρθει πριν. Υψωνόταν γοργά και εξαφανιζόταν στον ορίζοντα παίρνοντας μαζί της και τους ήχους από το αποκαμωμένο βήμα του αθέατου ταξιδιώτη εκείνου που ερχόταν στο σκοτάδι. Το φως επέστρεφε στην πόλη μας και τότε βλέπαμε με ανακούφιση πως ο κόσμος είχε παραμείνει απαράλλαχτος.

Ίδιος, εκτός από τις καρδιές των ανθρώπων... Βλέπεις, εδώ και αιώνες παρακολουθούμε αυτά τα διαβατάρικα σύννεφα να κατρακυλούν από το βουνό, παίρνοντας φόρα για να πετάξουν. Και τα ζηλεύουμε, γιατί λαχταρούμε κι εμείς την απέραντη ελευθερία που χαρίζει ο ουρανός. Γιατί σαν έρχεται η ομίχλη μπαίνουμε μέσα στο σύννεφο. Κι όμως, όσο κι αν το ονειρευόμαστε, δεν μπορούμε να το δαμάσουμε - ν' ανέβουμε στη ράχη του και να μας πάρει μαζί του. Κι έτσι, τα σύννεφα συνεχίζουν όπως πάντα ανενόχλητα το ταξίδι τους, πάνω από κοιλάδες και βουνά, διασχίζοντας ποτάμια και ωκεανούς, αγνοώντας τα σύνορα των ανθρώπων, τραβώντας για την ανατολή, πετώντας προς το άπειρο...


Gustave Doré (title yet unknown)

Δεν υπάρχουν σχόλια: